κουσκουσούρης, -α, -ικο

κουσκουσούρης, -α, -ικο
κακολόγος, κουτσομπόλης.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • κουσκουσούρης — και κουρκουσούρης και κορκοσούρης, α, ικο κουτσομπόλης, κακολόγος, κακόγλωσσος …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”